Συνέντευξη Γιώργου Αλογοσκούφη στους Γιάννη Φώσκολο και Άκη Χαραλαμπίδη, για την Ημερησία
19 Δεκεμβρίου 2021
Την εκτίμηση ότι το Ταμείο Ανάκαμψης θα ωφελήσει σημαντικά την ελληνική οικονομία, αλλά δεν αρκεί καθώς είναι προσωρινό, εκφράζει ο καθηγητής και πρώην υπουργός Οικονομίας και Οικονομικών, Γιώργος Αλογοσκούφης, σε συνέντευξή του στην Ημερησία και το «Ημερησία Talks». Θα πρέπει, σημειώνει, να υπάρξει ένας μόνιμος μηχανισμός στην Ε.Ε. για συλλογική αντίδραση σε περιόδους κρίσεων.
Ο κ. Αλογοσκούφης επισημαίνει ότι τα πράγματα πάνε πολύ καλύτερα σήμερα σε σχέση με τη χρηματοπιστωτική κρίση του 2010, ακριβώς επειδή υπήρξε συντονισμένη και κεντρική αντίδραση από την Ε.Ε., η οποία στήριξε τις χώρες της περιφέρειας σε αντίθεση με την κρίση του 2010, όταν τότε είχαν αφεθεί να τα βγάλουν πέρα μόνες τους και πολύ περισσότερο είχαν υποχρεωθεί σε περιοριστικές πολιτικές.
Ο ίδιος μάλιστα εκφράζει την ελπίδα η αλλαγή σελίδας που επήλθε με την αμοιβαιοποίηση του χρέους σε ευρωπαϊκό επίπεδο ελέω πανδημίας να συνεχιστεί και με άλλες πρωτοβουλίες στο μέλλον.
Μια ημέρα μετά την ψήφιση του κρατικού προϋπολογισμού για το 2022, ο πρώην υπουργός Οικονομικών εκφράζει την εκτίμηση ότι η ελληνική οικονομία μπορεί το 2022 να φτάσει ή να ξεπεράσει το επίπεδο που είχε πριν από την κρίση, αν και πολλά θα εξαρτηθούν από την εξέλιξη της πανδημίας.
Ιδιαίτερη έμφαση δίνει στις μεταρρυθμίσεις που πρέπει ακόμη να γίνουν για να αυξηθούν οι επενδύσεις. Παρά την πρόοδο τα τελευταία χρόνια, λέει, θα πρέπει να γίνουν πολλά πράγματα στον δημόσιο τομέα, στην απελευθέρωση των αγορών, στην αγορά εργασίας και στα δημόσια οικονομικά. Οι μεταρρυθμίσεις αυτές χρειάζονται χρόνο, τον οποίο εκτιμά ότι θα τον έχουμε λόγω του Ταμείου Ανάκαμψης. Αρκεί να μην αντιμετωπίσουμε την περίοδο του Ταμείου ως μια εποχή απλώς εισοδηματικής ενίσχυσης… «Αν δούμε το Ταμείο Ανάκαμψης απλώς ως μια εισοδηματική ενίσχυση που μας βοηθά να κρατάμε ψηλά το βιοτικό μας επίπεδο όσο ισχύουν οι μεταβιβάσεις του, τότε θα έχουμε χάσει μια ευκαιρία».
Για τον πληθωρισμό, ο κ. Αλογοσκούφης τονίζει ότι είναι σημαντικό να αντιμετωπιστεί το πρόβλημα σε παγκόσμιο επίπεδο, καθώς η Ελλάδα δεν έχει τα δημοσιονομικά περιθώρια και την παραγωγική διάρθρωση για να ανακάμψει από μόνη της. Θεωρεί ότι σωστά η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα δεν αυξάνει τα επιτόκια, καθώς όταν αποφασιστεί αυτό, θα υπάρξουν κίνδυνοι για το χρέος και την ανάκαμψη της οικονομίας.
Πρέπει να υπάρξει, αναφέρει, προσαρμογή της αγοραστικής δύναμης των μισθών και ιδιαίτερα των κατώτατων μισθών, αλλά δεν πρέπει να μπούμε σε ένα φαύλο κύκλο αυξήσεων μισθών και τιμών.
Αναφορικά με την ενεργειακή κρίση, ο πρώην υπουργός συμμερίζεται την άποψη των κεντρικών τραπεζών ότι είναι προσωρινή και αποτέλεσμα της πολύ γρήγορης αύξησης της ζήτησης μετά τη μεγάλη πτώση της παραγωγής της.
Για τον δημοσιονομικό… κορσέ που θα έχει να αντιμετωπίσει η Ελλάδα μέσα από το νέο Σύμφωνο Σταθερότητας, μετά μάλιστα και την αύξηση του χρέους στη διάρκεια της πανδημίας, ο πρώην υπουργός αναφέρει ότι είναι κρίσιμο πόσο γρήγορα και πόσο αυστηρά θα επανέλθουν σε πανευρωπαϊκό επίπεδο οι δημοσιονομικοί κανόνες, ενώ επισημαίνει ότι η εμπειρία από την ευέλικτη αντίδραση στην πανδημία πρέπει να χρησιμοποιηθεί και στο μέλλον.
Ο πρώην ΥΠΟΙΚ εκφράζει την εκτίμηση ότι η Ελλάδα μπήκε στην Ευρωζώνη με πολύ χαμηλή ανταγωνιστικότητα και δημοσιονομικά προβλήματα, τα οποία πληρώσαμε – όπως λέει – μετά. Σημειώνει ότι παρά τη βελτίωση της ανταγωνιστικότητας λόγω της μείωσης των μισθών στη διάρκεια των μνημονίων, αυτή επανήλθε στα επίπεδα του 2000, όταν ήταν ήδη χαμηλή και πρέπει να βελτιωθεί περαιτέρω με την ανάκαμψη της οικονομίας και την αύξηση της παραγωγικότητας.