Γιώργος Αλογοσκούφης

ΤΑ ΝΕΑ (Σαββατοκύριακο), 8 Απριλίου 2023

Η ανάκαμψη της ελληνικής οικονομίας από τη βαθιά ύφεση του 2020, μετά την πανδημία, υπήρξε σχετικά ικανοποιητική. Σύμφωνα με τις τελευταίες εκτιμήσεις, μετά από μία πτώση κατά 9% το 2020, το πραγματικό ΑΕΠ αυξήθηκε κατά 8,4% το 2021 και κατά 5,9% το 2022. Παρά την κρίση της πανδημίας, το ποοστό ανεργίας μειώθηκε κατά 5 περίπου εκατοστιαίες μονάδες, από 17,9% του εργατικού δυναμικού το 2019 σε 12,6% το 2022. Ωστόσο, το έλλειμμα του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών αυξήθηκε από 2,2% του ΑΕΠ το 2019 σε 6,7% του ΑΕΠ το 2022 και το ίδιο συνέβη και με τον ετήσιο ρυθμό πληθωρισμού που διαμορφώθηκε στο 10,0% το 2022 από μόλις 0,3% το 2019.

Ο πληθωρισμός αναμένεται να αποκλιμακωθεί σημαντικά κατά το 2023. Ωστόσο, για φέτος και τα επόμενα χρόνια όλοι οι διεθνείς οργανισμοί αναμένουν σημαντική επιβράδυνση του ρυθμού οικονομικής μεγέθυνσης, του ρυθμού μείωσης της ανεργίας και παραμονή του ελλείμματος του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών στα επίπεδα του 6% του ΑΕΠ.

Λόγω της πανδημίας, και της αλλαγής των προτεραιοτήτων της οικονομικής πολιτικής που προκλήθηκε από αυτήν, καθυστέρησαν οι διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις που είχε ανάγκη η ελληνική οικονομία, με αποτέλεσμα να παραμένουν οι περισσότερες από τις σημαντικές στρεβλώσεις που εμποδίζουν μια πιο δυναμική και ισορροπημένη ανάκαμψη ώστε να καλυφθεί το χαμένο έδαφος από τη μεγάλη καθίζηση της περιόδου 2010-2013.

Επιπλέον, λόγω του αναλογικού εκλογικού συστήματος που προωθήθηκε από την προηγούμενη κυβέρνηση, υπάρχει σοβαρός κίνδυνος επικράτησης μετεκλογικής πολιτικής αστάθειας, κάτι που θα έχει εξαιρετικά αρνητικές συνέπειες για τις μεσοχρόνιες προοπτικές της οικονομίας.

Η Ελλάδα δεν αντέχει μια νέα περίοδο πολιτικής και οικονομικής αστάθειας. Επιπλέον, οι μεταρρυθμίσεις για την αντιμετώπιση των μακροοικονομικών ανισορροπιών και των διαρθρωτικών στρεβλώσεων, που αποτελούν προϋπόθεση για μία ταχεία και διατηρήσιμη οικονομική ανάκαμψη δεν επιδέχονται άλλες αναβολές.

Το πραγματικό κατά κεφαλήν ΑΕΠ της Ελλάδας βρίσκεται σήμερα στα 18 χιλιάδες ευρώ του 2015, 17% χαμηλότερο από το επίπεδο του 2007 και του 2008, πριν την μεγάλη κρίση. Επιπλέον, το διεθνές πολιτικό και οικονομικό περιβάλλον παραμένει ρευστό και υπάρχουν μεγάλες αβεβαιότητες και κίνδυνοι. Είναι κατά συνέπεια κρίσιμο οι επερχόμενες εκλογές να μην οδηγήσουν σε μία νέα περίοδο εσωτερικής πολιτικής και οικονομικής αστάθειας που θα εμποδίσει την ανάκαμψη και θα οδηγήσει ενδεχομένως σε νέες μακροοικονομικές ανισορροπίες.

Τι μπορούμε να περιμένουμε όμως από τις εκλογές. Σύμφωνα με τις δημοσκοπήσεις, δύο είναι τα πιθανά ενδεχόμενα για να αποφευχθεί η πολιτική αστάθεια. Είτε συνέχιση της θητείας της σημερινής κυβέρνησης, με μειωμένη όμως πλειοψηφία και νομιμοποίηση, είτε μία νέα κυβέρνηση συνεργασίας μεταξύ του πρώτου και κάποιου/κάποιων από τα άλλα πολιτικά κόμματα. Και στις δύο περιπτώσεις θα χρειαστεί μία έλαχιστη συναίνεση μεταξύ των κομμάτων αναφορικά με τις μεταρρυθμίσεις που απαιτούνται για την ταχεία και διατηρήσιμη ανάκαμψη της ελληνικής οικονομίας. Αν και προεκλογικά αυτή η συναίνεση δεν φαίνεται επιτεύξιμη, λόγω και της ακραίας ρητορικής αντιπαράθεσης που έχει για μια ακόμη φορά υιοθετηθεί, οι μετεκλογικές εξελίξεις ίσως οδηγήσουν σε αλλαγή αυτού το σκηνικού ακραίας αντιπαράθεσης. Άλλωστε, τα πιθανά κόμματα εξουσίας, όποτε βρέθηκαν στην κυβέρνηση στο παρελθόν, δεν ακολούθησαν και τόσο αντίθετες πολιτικές. Κατά συνέπεια, δεν είναι και τόσο δύσκολο να βρεθούν οι αναγκαίες συναινέσεις και συγκλίσεις σε μία πολιτική αναπτυξιακών μεταρρυθμίσεων που θα ξεπερνά το πολιτικό κόστος που τόσο μας έχει στοιχίσει στο παρελθόν.

Σύνδεσμος στο άρθρο στην εφημερίδα ΤΑ ΝΕΑ

Advertisement