Γιώργος Αλογοσκούφης
Μία πιο σύντομη μορφή αυτού του άρθρου δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα ΤΑ ΝΕΑ, 7 Δεκεμβρίου 2024
_____________________________________________
Την τελευταία πενταετία η παγκόσμια οικονομία αντιμετώπισε αλλεπάλληλες κρίσεις λόγω της πανδημίας και μίας σειράς άλλων διαταραχών όπως ο πόλεμος στην Ουκρανία, η κρίση στη Μέση Ανατολή, η αναζωπύρωση του πληθωρισμού, η υιοθέτηση περιοριστικών νομισματικών πολιτικών και οι επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής.
Στα τέλη του 2024 και εν όψει του 2025, το διεθνές πολιτικό και οικονομικό περιβάλλον χαρακτηρίζεται από αυξημένη αβεβαιότητα λόγω των κυβερνητικών αλλαγών στις ΗΠΑ, τη Βρετανία και αλλού, της αποδυνάμωσης της κυβέρνησης στην Ινδία και της εκλογικής αβεβαιότητας εν όψει των πολιτικών εξελίξεων στη Γερμανία και τη Γαλλία. Επιπλέον, επικρέμαται ένας εμπορικός πόλεμος, αν όπως αναμένεται οι ΗΠΑ αυξήσουν τους δασμούς απέναντι στην Κίνα και τους εμπορικούς τους εταίρους, η ελεύθερη κίνηση ανθρώπων στην περιοχή του Σένγκεν αντιμετωπίζει προβλήματα, ενώ οι εξελίξεις στην υιοθέτηση της πράσινης ενέργειας και των εφαρμογών της τεχνητής νοημοσύνης θα συνεχίσουν να μεταβάλουν τόσο το ενεργειακό όσο και το τεχνολογικό περιβάλλον.
Σύμφωνα με τις τελευταίες προβλέψεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, μετά από μια παρατεταμένη περίοδο στασιμότητας, η οικονομία της ΕΕ έδειχνε να επιστρέφει σε θετικούς αν και μέτριους ρυθμούς μεγέθυνσης, ενώ η διαδικασία αποπληθωρισμού έδειχνε να συνεχίζεται, παρά τις διεθνείς αβεβαιότητες (βλ. Γράφημα 1).
Επιπλέον, το έλλειμμα της γενικής κυβέρνησης της ΕΕ προβλεπόταν να μειωθεί σταδιακά, αν και όχι με ρυθμούς που να οδηγούν σε μείωση της σχέσης του δημοσίου χρέους ως προς το ΑΕΠ. (βλ. Γράφημα 2)
Κατά πόσο μπορεί να ανατρέψει τις προοπτικές αυτές η πολιτική κρίση στη Γαλλία, με την υπερψήφιση της πρότασης δυσπιστίας κατά της κυβέρνησης Μπαρνιέ με αφορμή το σχέδιο του νέου προϋπολογισμού; Κινδυνεύει η ζώνη του ευρώ από μία νέα κρίση εμπιστοσύνης ανάλογη αυτής του 2010-2015; Κινδυνεύει η Γαλλία να αποκλειστεί από τις αγορές όπως συνέβη με την Ελλάδα και κάποιες άλλες χώρες της ευρωπαϊκής περιφέρειας;
Χωρίς αμφιβολία, οι ευρωπαϊκές οικονομικές προοπτικές χειροτερεύουν μετά την εκδήλωση της πολιτικής κρίσης στη Γαλλία. Η αυξημένη αβεβαιότητα και η άνοδος των γαλλικών spreads θα οδηγήσει σε κάποια επιβράδυνση της οικονομικής δραστηριότητας τόσο στη Γαλλία όσο και στις υπόλοιπες οικονομίες της ευρωζώνης.
Το αν η πολιτική κρίση στη Γαλλία μπορεί να εξελιχθεί σε κρίση εμπιστοσύνης για το σύνολο της ευρωζώνης θα εξαρτηθεί από πολλούς παράγοντες και τις αντιδράσεις όχι μόνο στο Παρίσι αλλά και στις Βρυξέλλες και την Φρανκφούρτη.
Λόγω του μεγέθους και της σημασίας της γαλλικής οικονομίας είναι απίθανο να υιοθετηθεί πολιτική ανάλογη αυτής που εφαρμόστηκε το 2010 όταν ξέσπασε η ελληνική κρίση χρέους. Το πιθανότερο είναι ότι η Ευρωπαϊκή Επιτροπή και το Συμβούλιο της Ευρωομάδας θα επιδείξουν ευελιξία αναφορικά με το υπερβολικό έλλειμμα της Γαλλίας, δίνοντας της το χρόνο να αντιμετωπίσει το πολιτικό και δημοσιονομικό της πρόβλημα, ενώ το πιθανότερο είναι ότι η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, της οποίας μάλιστα ηγείται μία Γαλλίδα, θα στηρίξει με τις παρεμβάσεις της τα γαλλικά κρατικά ομόλογα, ώστε να μην υπάρξει κρίση εμπιστοσύνης και διάδοση της γαλλικής κρίσης. Δέκα σχεδόν χρόνια μετά, το ‘οτιδήποτε χρειαστεί για να διασωθεί το ευρώ’ του Μάριο Ντράγκι είναι πιθανόν να επανέλθει ως πολιτική της ΕΚΤ υπό την Κριστίν Λαγκάρντ.
Το δυστύχημα είναι ότι στο μεσοδιάστημα δεν υπήρξαν οι αναγκαίες μεταρρυθμίσεις στην αρχιτεκτονική της ευρωζώνης, με την επέκταση του ισχνού κοινοτικού προϋπολογισμού, τη δημιουργία ευρωομολόγων και την ενίσχυση του ρόλου της ΕΚΤ ως ‘δανειστή ύστατης προσφυγής’. Αυτό θα έχει ως αποτέλεσμα να πρέπει να υπάρξουν και πάλι αυτοσχεδιασμοί και έκτακτα μέτρα για την αντιμετώπιση της γαλλικής πολιτικής και δημοσιονομικής κρίσης.


