Γιώργος Αλογοσκούφης

Μία συντομευμένη μορφή αυτού του άρθρου δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα ΤΑ ΝΕΑ, στις 15 Νοεμβρίου 2025

_______________________________________________________

Η παραγωγικότητα αποτελεί τον θεμελιώδη προσδιοριστικό παράγοντα της μακροχρόνιας οικονομικής ανάπτυξης και της ευημερίας ενός έθνους. Η ικανότητα μιας οικονομίας να παράγει περισσότερη αξία με τους ίδιους ή λιγότερους πόρους αντανακλά όχι μόνο την τεχνολογική της πρόοδο, αλλά και τη συνολική αποτελεσματικότητα των θεσμών, των επιχειρήσεων και του ανθρώπινου κεφαλαίου. Για την ελληνική οικονομία, η αύξηση της παραγωγικότητας είναι το κεντρικό ζητούμενο της μεταμνημονιακής εποχής, καθώς συνδέεται άμεσα με τη διατηρήσιμη ανάπτυξη, τη βελτίωση του βιοτικού επιπέδου και την ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας.

Το άρθρο αυτό αναφέρεται στις προϋποθέσεις για την ενίσχυση της παραγωγικότητας της εργασίας, της συνολικής παραγωγικότητας των συντελεστών (TFP) και της τεχνικής προόδου στην ελληνική οικονομία. Επικεντρώνεται τόσο στους θεωρητικούς μηχανισμούς που συνδέουν αυτούς τους παράγοντες με την ανάπτυξη όσο και στις πολιτικές και θεσμικές παρεμβάσεις που απαιτούνται.

Θεωρητικό Πλαίσιο

Η παραγωγικότητα της εργασίας μετρά το προϊόν ανά εργαζόμενο ή ανά ώρα εργασίας και εξαρτάται από το φυσικό κεφάλαιο, το ανθρώπινο κεφάλαιο και την τεχνολογική πρόοδο. Η στενή συσχέτιση μεταξύ της παραγωγικότητας της εργασίας και του πραγματικού κατά κεφαλήν ΑΕΠ της Ελλάδας από τις αρχές της δεκαετίας του 1950 φαίνεται καθαρά στο γράφημα που ακολουθεί.

Παραγωγικότητα της Εργασίας (ΑΕΠ ανά εργαζόμενο) και Κατά Κεφαλήν ΑΕΠ στην Ελλάδα

Η περίοδος της μεγάλης ανάπτυξης των δεκαετιών του 1950 και του 1960 οφείλεται στη μεγάλη άνοδο της παραγωγικότητας της εργασίας, λόγω των υψηλών επενδύσεων σε ανθρώπινο και φυσικό κεφάλαιο. Από τα μέσα της δεκαετίας του 1970 υπήρξε κάποια επιβράδυνση, ενώ κατά τη δεκαετία του 1980 υπήρξε σχεδόν μηδενική αύξηση τόσο στην παραγωγικότητα όσο και στο κατά κεφαλήν ΑΕΠ. Η ανάπτυξη άρχισε να επανέρχεται σταδιακά από τη δεκαετία του 1990 και επιταχύνθηκε προσωρινά μετά την είσοδο στη ζώνη του ευρώ. Μετά τη διεθνή ύφεση του 2008-2009 και την κρίση χρέους του 2010, τόσο η παραγωγικότητα της εργασίας όσο και το κατά κεφαλήν ΑΕΠ κατέρρευσαν. Η σταδιακή ανάκαμψη του κατά κεφαλήν ΑΕΠ μετά το 2014 δεν συνοδεύθηκε από ανάλογη αύξηση της παραγωγικότητας της εργασίας, και οφείλεται περισσότερο στη μείωση του πληθυσμού, παρά στην αύξηση της παραγωγικότητας της εργασίας.

Αντίθετα, η συνολική παραγωγικότητα των συντελεστών (TFP) αποτυπώνει την αποδοτικότητα με την οποία συνδυάζονται εργασία και κεφάλαιο, ανεξάρτητα από το ύψος των εισροών. Η εξέλιξη της συνολικής παραγωγικότητας των συντελεστών στην Ελλάδα, όπως υπολογίζεται από τις υπηρεσίες της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, παρουσιάζεται στο γράφημα που ακολουθεί. Η εξέλιξη της συνολικής παραγωγικότητας των συντελεστών συσχετίζεται και αυτή στενά τόσο με την εξέλιξη του πραγματικού κατά κεφαλήν ΑΕΠ όσο και με αυτή της παραγωγικότητας της εργασίας. Παρά την αύξηση της μετά το 2014, η συνολική παραγωγικότητα των συντελεστών στην Ελλάδα εξακολουθεί και βρίσκεται πολύ χαμηλότερα από τα χρόνια πριν την κρίση του 2010.

Συνολική Παραγωγικότητα των Συντελεστών και Πραγματικό Κατά Κεφαλήν ΑΕΠ στην Ελλάδα

Σύμφωνα με το νεοκλασικό υπόδειγμα ανάπτυξης του Solow (1956), η τεχνική πρόοδος αποτελεί τον μακροχρόνιο κινητήριο μοχλό της αύξησης του εισοδήματος κατά κεφαλήν. Στα νεότερα υποδείγματα ενδογενούς ανάπτυξης (Romer, Lucas, Aghion & Howitt), η παραγωγικότητα συνδέεται με την καινοτομία, την έρευνα και ανάπτυξη (R&D), τη συσσώρευση γνώσης και την αποτελεσματικότητα των θεσμών.

Η ελληνική οικονομία, παρά τη σημαντική αύξηση του κατά κεφαλήν ΑΕΠ μετά το 1995 και την είσοδο στην ΟΝΕ, εμφάνισε χαμηλή αύξηση της TFP σε σχέση με άλλες ευρωπαϊκές οικονομίες. Η κρίση της δεκαετίας του 2010 αποκάλυψε τα διαρθρωτικά προβλήματα παραγωγικότητας που εμπόδισαν τη διατηρήσιμη μεγέθυνση. Ποια είναι όμως αυτά τα διαρθρωτικά προβλήματα;

Παράγοντες Αύξησης της Παραγωγικότητας της Εργασίας

1. Ανθρώπινο κεφάλαιο

Η βελτίωση των δεξιοτήτων, της εκπαίδευσης και της κατάρτισης αποτελεί βασικό μοχλό αύξησης της παραγωγικότητας. Η Ελλάδα διαθέτει υψηλό ποσοστό πτυχιούχων, αλλά υστερεί σε τεχνικές και ψηφιακές δεξιότητες και σε σύνδεση της εκπαίδευσης με την αγορά εργασίας.
Απαιτείται:

  • εκσυγχρονισμός των προγραμμάτων σπουδών,
  • ενίσχυση της επαγγελματικής εκπαίδευσης,
  • δια βίου μάθηση και σύνδεση πανεπιστημίων με επιχειρήσεις.

Η αξιοποίηση του ανθρώπινου δυναμικού που μετανάστευσε κατά τη διάρκεια της κρίσης (brain drain) είναι κρίσιμη για τη μακροχρόνια ανάπτυξη.

2. Κεφαλαιακός εξοπλισμός και επενδύσεις

Η αύξηση των επενδύσεων σε τεχνολογικό και παραγωγικό εξοπλισμό ενισχύει την παραγωγικότητα μέσω των οικονομιών κλίμακας και της εισαγωγής νέας τεχνολογίας.
Η αξιοποίηση των πόρων του Ταμείου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας (RRF) μπορεί να συμβάλει στην ανανέωση του παραγωγικού κεφαλαίου και στη στήριξη ψηφιακών και πράσινων επενδύσεων.

3. Οργάνωση της παραγωγής και επιχειρηματικές πρακτικές

Η παραγωγικότητα επηρεάζεται από την εσωτερική οργάνωση των επιχειρήσεων. Η Ελλάδα χαρακτηρίζεται από πολυδιάσπαση μικρομεσαίων επιχειρήσεων, περιορισμένη επαγγελματική διοίκηση και ανεπαρκή αξιοποίηση τεχνολογίας.
Απαιτούνται κίνητρα για:

  • συγχωνεύσεις και συνεργασίες ΜΜΕ,
  • αναβάθμιση διοικητικών πρακτικών,
  • ενίσχυση εταιρικής διακυβέρνησης.

Αύξηση της Συνολικής Παραγωγικότητας των Συντελεστών (TFP)

Η TFP αντικατοπτρίζει θεσμικές, οργανωτικές και τεχνολογικές βελτιώσεις. Η χαμηλή της επίδοση στην Ελλάδα προκύπτει από αδύναμους θεσμούς, γραφειοκρατία, φορολογική αστάθεια και ανεπαρκή ανταγωνισμό.

1. Θεσμικό περιβάλλον

Η αποτελεσματικότητα του κράτους και η ποιότητα των θεσμών καθορίζουν το επενδυτικό κλίμα. Απαραίτητες μεταρρυθμίσεις περιλαμβάνουν:

  • ψηφιοποίηση της δημόσιας διοίκησης,
  • επιτάχυνση της δικαιοσύνης,
  • σταθερό φορολογικό πλαίσιο,
  • καταπολέμηση της γραφειοκρατίας και διαφθοράς.

Οι θεσμικές αυτές παρεμβάσεις βελτιώνουν την αποδοτικότητα και μειώνουν το κόστος συναλλαγών.

2. Ανταγωνισμός και λειτουργία αγορών

Η απελευθέρωση αγορών και η άρση κανονιστικών εμποδίων οδηγούν σε αύξηση της αποδοτικότητας των επιχειρήσεων. Ο ανταγωνισμός ενισχύει την καινοτομία και τη διάχυση τεχνολογίας.

Η Ελλάδα πρέπει να προχωρήσει:

  • σε κατάργηση κλειστών επαγγελμάτων,
  • σε βελτίωση του ανταγωνισμού στις αγορές προϊόντων και υπηρεσιών,
  • σε αποδοτικότερη λειτουργία της ενέργειας και των logistics.

3. Καινοτομία και συνεργασία πανεπιστημίων–επιχειρήσεων

Η χαμηλή επένδυση στην έρευνα και ανάπτυξη (περίπου 1,5% του ΑΕΠ) περιορίζει τη δημιουργία νέας γνώσης. Η ενίσχυση της σύνδεσης ακαδημαϊκών ιδρυμάτων με την παραγωγή (π.χ. μέσω spin-offs, clusters και incubators) είναι κρίσιμη για την αύξηση της TFP.

Η Τεχνική Πρόοδος ως Μακροχρόνιος Μοχλός Ανάπτυξης

Η τεχνική πρόοδος εκφράζει την ικανότητα μιας οικονομίας να εισάγει, να προσαρμόζει και να δημιουργεί νέες τεχνολογίες. Για την Ελλάδα, η τεχνική πρόοδος πρέπει να είναι ενδογενής, δηλαδή να προκύπτει από εσωτερική καινοτομία και όχι μόνο από εισαγωγές τεχνολογίας.

1. Έρευνα και Ανάπτυξη (R&D)

Η αύξηση των δαπανών R&D, τόσο δημόσιων όσο και ιδιωτικών, είναι απαραίτητη. Πρέπει να υιοθετηθούν φορολογικά κίνητρα για καινοτόμες επιχειρήσεις, επιχορηγήσεις σε νεοφυείς εταιρείες και ενίσχυση της τεχνολογικής επιχειρηματικότητας.

2. Ψηφιακός μετασχηματισμός

Η ενσωμάτωση ψηφιακών τεχνολογιών (AI, big data, cloud, 5G) στις επιχειρήσεις και το Δημόσιο αυξάνει την αποδοτικότητα και μειώνει το κόστος. Η ψηφιακή στρατηγική της Ελλάδας πρέπει να συνδέεται με εκπαίδευση και προσβάσιμες υποδομές για ΜΜΕ.

3. Εξωστρέφεια και διεθνής ενσωμάτωση

Η συμμετοχή στις διεθνείς αλυσίδες αξίας επιτρέπει τη μεταφορά τεχνογνωσίας. Οι άμεσες ξένες επενδύσεις (ΑΞΕ) λειτουργούν ως φορείς τεχνολογικής διάχυσης, υπό την προϋπόθεση ύπαρξης τοπικών συνεργειών και θεσμικής σταθερότητας.

4. Αντιστροφή του brain drain

Η επιστροφή και αξιοποίηση του εξειδικευμένου ανθρώπινου δυναμικού της διασποράς μπορεί να ενισχύσει την τεχνολογική πρόοδο. Προγράμματα όπως το ReBrain Greece αποτελούν ένα πρώτο βήμα, αλλά χρειάζονται κίνητρα απασχόλησης και καινοτομίας.

Θεσμικές και Πολιτικές Παρεμβάσεις για την Ελλάδα

Η ενίσχυση της παραγωγικότητας απαιτεί ολοκληρωμένη εθνική στρατηγική, με συνδυασμό μικροοικονομικών και μακροοικονομικών πολιτικών.

ΠυλώναςΚύριες Πολιτικές
Ανθρώπινο κεφάλαιοΕκσυγχρονισμός εκπαίδευσης, ενίσχυση επαγγελματικής εκπαίδευσης, δια βίου μάθηση
Φυσικό κεφάλαιοΚίνητρα για επενδύσεις, απορρόφηση πόρων Ταμείου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας
ΘεσμοίΨηφιακό κράτος, σταθερό φορολογικό πλαίσιο, ταχύτερη δικαιοσύνη
ΚαινοτομίαΕνίσχυση R&D, clusters, συνεργασία δημόσιου-ιδιωτικού τομέα
ΑγορέςΆνοιγμα επαγγελμάτων, ανταγωνισμός, μείωση διοικητικών βαρών
ΕξωστρέφειαΠροώθηση εξαγωγών, διεθνείς συνεργασίες και FDI

Η συνέπεια, η πολιτική σταθερότητα και η εμπιστοσύνη στους θεσμούς αποτελούν κρίσιμες προϋποθέσεις για την επιτυχία των παραπάνω πολιτικών.

Συμπεράσματα

Η παραγωγικότητα της εργασίας, η συνολική παραγωγικότητα των συντελεστών και η τεχνική πρόοδος αποτελούν το βασικό κλειδί της μακροχρόνιας ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας. Η ενίσχυσή τους απαιτεί:

  • επενδύσεις σε ανθρώπινο και φυσικό κεφάλαιο,
  • μεταρρυθμίσεις στους θεσμούς και στην επιχειρηματική λειτουργία,
  • πολιτικές προώθησης της καινοτομίας και της τεχνολογικής αναβάθμισης,
  • και, κυρίως, σταθερό και προβλέψιμο περιβάλλον εμπιστοσύνης.

Μόνο μέσα από τη διαρκή βελτίωση της παραγωγικότητας μπορεί η Ελλάδα να επιτύχει διατηρήσιμη ανάπτυξη, υψηλότερους πραγματικούς μισθούς και ενίσχυση της διεθνούς ανταγωνιστικότητάς της. Η μετάβαση σε ένα νέο παραγωγικό πρότυπο βασισμένο στη γνώση, την καινοτομία και την αποδοτικότητα αποτελεί το κύριο αναπτυξιακό στοίχημα των επόμενων δεκαετιών.

Σύνδεσμος στο συντομευμένο άρθρο στην εφημερίδα ΤΑ ΝΕΑ